Ο υμνωδός ονομάζει την Αγία Αικατερίνη «πανεύφημον νύμφην Χριστού», αφού ο μόνος νυμφίος της ψυχής της ήταν ο Χριστός.
Η Αγία Αικατερίνη γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια, κόρη του ηγεμόνα Κώνστα (ή Κέστου), φημισμένη για το κάλλος και τη σοφία της, καθώς ήδη σε ηλικία 18 ετών κατείχε γνώσεις ελληνικής, ρωμαϊκής και λατινικής φιλολογίας και φιλοσοφίας.
Μαρτύρησε το 304μ.Χ, όταν επί Μαξεντίου (υιός του Mαξιμιανού) διεξαγόταν διωγμοί εναντίον των χριστιανών.
Η Αικατερίνη δε φοβήθηκε, αλλά με παρρησία διέδιδε πώς ο Ιησούς Χριστός είναι ο μόνος Αληθινός Θεός. Για το λόγο αυτό συνελήφθη από τον έπαρχο της περιοχής, ο οποίος προσπάθησε με συζητήσεις να την πείσει να αρνηθεί την πίστη της.
Όταν ο έπαρχος διαπίστωσε την ανωτερότητά των λόγων της Αικατερίνης, συγκάλεσε δημόσια συζήτηση με τους πιο άξιους ρήτορες της Αλεξάνδρειας, τους οποίους όμως η Αικατερίνη αποστόμωσε. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά κάποιοι από τους συνομιλητές της Αικατερίνης πείσθηκαν για τους λόγους της και ασπάστηκαν την Χριστιανική Πίστη.
Μπροστά σε αυτή την κατάληξη, ο έπαρχος διέταξε να την βασανίσουν σκληρά με την ελπίδα πώς η Αγία θα λύγιζε και θα αρνιόταν τον Χριστό. Όμως η Αικατερίνη, έμεινε ακλόνητη στην πίστη της. Τελικά αποκεφαλίσθηκε, ύστερα από διαταγή του έπαρχου.
Το άψυχο σώμα της Αγ. Αικατερίνης μετέφεραν δύο Άγγελοι στο όρος Σινά, όπου και βρέθηκε μετά από 4 αιώνες από έναν ασκητή. Ο ασκητής μετέφερε τα Ιερά Λείψανα της Αγίας Αικατερίνης στην Ιερά Μονή Σινά, όπου βρίσκονται αδιάφθορα μέχρι και σήμερα.
Δάκτυλος της Αγίας βρίσκεται στη Συλλογή των Ανακτόρων του Μπάκινγχαμ, ενώ αποτμήματα του Ιερού Λειψάνου της βρίσκονται επίσης, στη Μονή Χιλανδαρίου του Αγ. Όρους, στον ομώνυμο Ναό Ν. Λιοσίων Αττικής, στη Μονή Κύκκου Κύπρου και στη Λαύρα Αγίου Αλεξάνδρου Νέβσκι Αγίας Πετρουπόλεως.
Πηγή: Dogma