Ολοκληρώθηκε και επίσημα η θητεία της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, Ξένης Δημητρίου (σ.σ. φωτο από την επίσκεψη της στη Χαλκίδα, δείτε ΕΔΩ και ΕΔΩ τα σχετικά ρεπορτάζ)...
Η ίδια αναφέρει στην αποχαιρετιστήρια ανακοίνωση της που εκδόθηκε την Κυριακή (30-06-2019):
«Ολοκληρώνεται σήμερα η θητεία μιας ζωής στο εισαγγελικό σώμα, μεγαλύτερη από 40 χρόνια, με σταθμούς την είσοδο μου σε αυτό το 1978, την προαγωγή μου σε Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου ήδη από το 2012 και τον διορισμό μου στο βαθμό της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου τον Ιούνιο του 2016.
Από την πρώτη μέρα θεωρούσα ως ύψιστη ευθύνη και τιμή την υπηρεσία μου, με αναφορά στη διαφύλαξη των δικαιωμάτων των κατηγορουμένων, αλλά και στην προστασία της κοινωνίας από το έγκλημα και μάλιστα στις βαρύτερες μορφές του. Στην πορεία μου, ιδιαίτερο ήταν το ενδιαφέρον μου για τους ανήλικους παραβάτες και την επανακοινωνικοποίησή τους.
Ως Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου είχα την ευκαιρία να εργαστώ με θέρμη για τη διεθνή εξωστρέφεια και συνεργασία του θεσμού, καθώς και για την καλύτερη σύνδεση του εισαγγελικού σώματος με τις σύγχρονες νομικές και τεχνολογικές εξελίξεις.
Παρόλα αυτά, ορισμένα δημοσιογραφικά έντυπα με συνομωσιολογίες, υποβάλλοντας θολά και παραπειστικά ερωτήματα και ρίχνοντας σκιές προσπαθούν εσχάτως να σπιλώσουν αυτή την ανεπίληπτη πορεία, μη διστάζοντας να στοχοποιήσουν ακόμη και συγγενικά μου πρόσωπα.
Είναι γνωστό, ότι ο εισαγγελέας υπάγεται στο νόμο και ότι κάθε ενέργειά του και ο χρόνος άσκησής της αναγκαστικά συνδιαλέγονται με τα ειδικά νομικά και πραγματικά ζητήματα και τα στοιχεία κάθε υπόθεσης.
Όταν αφαιρείται το πλαίσιο, μέσα στο οποίο ασκούνται ορισμένες δικονομικές ενέργειες και δημιουργείται αναδρομικά ένα άλλο πλαίσιο παρουσίασης και εξήγησης των πραγμάτων, τότε δεν πραγματοποιείται ο ευκταίος δημοσιογραφικός έλεγχος των εξουσιών, αλλά προετοιμάζεται η ουσιαστική αποδόμηση αυτών των εξουσιών από όσους έχουν τη δύναμη άσκησης οργανωμένων πιέσεων μέσω επιρροής της κοινής γνώμης και υποκίνησης εκστρατειών δυσφήμησης των εκπροσώπων της δικαστικής εξουσίας.
Συχνά, άλλωστε, αυτές οι προσπάθειες δεν προέρχονται από ουδέτερους, τρίτους, αλλά από τη μια από τις πλευρές που εμπλέκονται σε ορισμένη υπόθεση, που δεν ικανοποιείται από την τελική στάση του δικαστικού λειτουργού.
Με την αφυπηρέτησή μου, αναλαμβάνω την ευθύνη να ανακόψω με κάθε νόμιμο μέσο που έχω στη διάθεση μου, την επίθεση απέναντι στην τιμή και την υπόληψη μου, ως μέρος της ευθύνης να ανακοπεί η επίθεση απέναντι στο κύρος του θεσμού του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, έναντι όσων τολμούν να τον παρουσιάζουν αναληθώς, παραβιάζοντας κάθε κανόνα δεοντολογίας του δημοσιογραφικού λειτουργήματος, ως κέντρο εκπόρευσης παράνομων ενεργειών».
Από την πρώτη μέρα θεωρούσα ως ύψιστη ευθύνη και τιμή την υπηρεσία μου, με αναφορά στη διαφύλαξη των δικαιωμάτων των κατηγορουμένων, αλλά και στην προστασία της κοινωνίας από το έγκλημα και μάλιστα στις βαρύτερες μορφές του. Στην πορεία μου, ιδιαίτερο ήταν το ενδιαφέρον μου για τους ανήλικους παραβάτες και την επανακοινωνικοποίησή τους.
Ως Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου είχα την ευκαιρία να εργαστώ με θέρμη για τη διεθνή εξωστρέφεια και συνεργασία του θεσμού, καθώς και για την καλύτερη σύνδεση του εισαγγελικού σώματος με τις σύγχρονες νομικές και τεχνολογικές εξελίξεις.
Παρόλα αυτά, ορισμένα δημοσιογραφικά έντυπα με συνομωσιολογίες, υποβάλλοντας θολά και παραπειστικά ερωτήματα και ρίχνοντας σκιές προσπαθούν εσχάτως να σπιλώσουν αυτή την ανεπίληπτη πορεία, μη διστάζοντας να στοχοποιήσουν ακόμη και συγγενικά μου πρόσωπα.
Είναι γνωστό, ότι ο εισαγγελέας υπάγεται στο νόμο και ότι κάθε ενέργειά του και ο χρόνος άσκησής της αναγκαστικά συνδιαλέγονται με τα ειδικά νομικά και πραγματικά ζητήματα και τα στοιχεία κάθε υπόθεσης.
Όταν αφαιρείται το πλαίσιο, μέσα στο οποίο ασκούνται ορισμένες δικονομικές ενέργειες και δημιουργείται αναδρομικά ένα άλλο πλαίσιο παρουσίασης και εξήγησης των πραγμάτων, τότε δεν πραγματοποιείται ο ευκταίος δημοσιογραφικός έλεγχος των εξουσιών, αλλά προετοιμάζεται η ουσιαστική αποδόμηση αυτών των εξουσιών από όσους έχουν τη δύναμη άσκησης οργανωμένων πιέσεων μέσω επιρροής της κοινής γνώμης και υποκίνησης εκστρατειών δυσφήμησης των εκπροσώπων της δικαστικής εξουσίας.
Συχνά, άλλωστε, αυτές οι προσπάθειες δεν προέρχονται από ουδέτερους, τρίτους, αλλά από τη μια από τις πλευρές που εμπλέκονται σε ορισμένη υπόθεση, που δεν ικανοποιείται από την τελική στάση του δικαστικού λειτουργού.
Με την αφυπηρέτησή μου, αναλαμβάνω την ευθύνη να ανακόψω με κάθε νόμιμο μέσο που έχω στη διάθεση μου, την επίθεση απέναντι στην τιμή και την υπόληψη μου, ως μέρος της ευθύνης να ανακοπεί η επίθεση απέναντι στο κύρος του θεσμού του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, έναντι όσων τολμούν να τον παρουσιάζουν αναληθώς, παραβιάζοντας κάθε κανόνα δεοντολογίας του δημοσιογραφικού λειτουργήματος, ως κέντρο εκπόρευσης παράνομων ενεργειών».