9 Απριλίου 1870 έγινε η σφαγή στο Δήλεσι...
Μία ομάδα άγγλων περιηγητών και διπλωματικών ξεκίνησαν στις 30 Μαρτίου 1870 για μια επίσκεψη στο Μαραθώνα, συνοδευόμενοι από άνδρες της Χωροφυλακής. Οι εκδρομείς έπεσαν σε ενέδρα που τους είχε στήσει η συμμορία των αδελφών Τάκου και Χρήστου Αρβανιτάκη κοντά στο Πικέρμι.
Ο Τάκος Αρβανιτάκης, που ήταν αρχηγός της συμμορίας, διαμήνυσε στην κυβέρνηση του Θρασύβουλου Ζαΐμη τις απαιτήσεις της, που ήταν λύτρα 50.000 και χορήγηση αμνηστίας. Κι ενώ η αγγλική πρεσβεία δέχθηκε τους όρους των απαγωγέων, η κυβέρνηση ήταν αντίθετη.
Στις 9 Απριλίου 1870 οι άνδρες ενός αποσπάσματος ήλθαν πρόσωπο με το πρόσωπο με τους Αρβανιτάκηδες στο Δήλεσι, παραθαλάσσια περιοχή βόρεια του Ωρωπού.
Αυτοί σκότωσαν τους τέσσερις ομήρους και στη συνέχεια προσπάθησαν να διαφύγουν. Από τους πυροβολισμούς που ακολούθησαν, μόνο ο Τάκος Αρβανιτάκης κατόρθωσε να διαφύγει. 20 άνδρες του σκοτώθηκαν επί τόπου, ανάμέσά τους και ο αδελφός του Χρήστος και εννέα συνελήφθησαν για να καταδικασθούν αργότερα σε θάνατο και να εκτελεσθούν.
Το ρεζιλίκι για τη χώρα μας ήταν μεγάλο και το γόητρό της καταρρακώθηκε. Ο ευρωπαϊκός Τύπος έκανε λόγο για «χώρα ημιβαρβάρων», «φωλεά ληστών και πειρατών», και χαρακτήρισε την Ελλάδα «εντροπή για τον πολιτισμό», που «τίθενται εκτός του κύκλου των πολιτισμένων κρατών», ενώ κάποιοι άλλοι ζήτησαν στρατιωτική επέμβαση στην Ελλάδα.
Την κατάσταση έσωσε ο φιλέλληνας υπουργός Εξωτερικών Γλάδστων και οι πρεσβευτές της Ρωσίας και των ΗΠΑ, που υποστήριξαν τις ενέργειες της ελληνικής κυβέρνησης. Τελικά, η Ελλάδα υποχρεώθηκε να εκφράσει τη λύπη της στις κυβερνήσεις της Αγγλίας και της Ιταλίας και να καταβάλει σε καθεμία από τις οικογένειες των θυμάτων το ποσό των 22.000 λιρών.
Ο Τάκος Αρβανιτάκης, που ήταν αρχηγός της συμμορίας, διαμήνυσε στην κυβέρνηση του Θρασύβουλου Ζαΐμη τις απαιτήσεις της, που ήταν λύτρα 50.000 και χορήγηση αμνηστίας. Κι ενώ η αγγλική πρεσβεία δέχθηκε τους όρους των απαγωγέων, η κυβέρνηση ήταν αντίθετη.
Στις 9 Απριλίου 1870 οι άνδρες ενός αποσπάσματος ήλθαν πρόσωπο με το πρόσωπο με τους Αρβανιτάκηδες στο Δήλεσι, παραθαλάσσια περιοχή βόρεια του Ωρωπού.
Αυτοί σκότωσαν τους τέσσερις ομήρους και στη συνέχεια προσπάθησαν να διαφύγουν. Από τους πυροβολισμούς που ακολούθησαν, μόνο ο Τάκος Αρβανιτάκης κατόρθωσε να διαφύγει. 20 άνδρες του σκοτώθηκαν επί τόπου, ανάμέσά τους και ο αδελφός του Χρήστος και εννέα συνελήφθησαν για να καταδικασθούν αργότερα σε θάνατο και να εκτελεσθούν.
Το ρεζιλίκι για τη χώρα μας ήταν μεγάλο και το γόητρό της καταρρακώθηκε. Ο ευρωπαϊκός Τύπος έκανε λόγο για «χώρα ημιβαρβάρων», «φωλεά ληστών και πειρατών», και χαρακτήρισε την Ελλάδα «εντροπή για τον πολιτισμό», που «τίθενται εκτός του κύκλου των πολιτισμένων κρατών», ενώ κάποιοι άλλοι ζήτησαν στρατιωτική επέμβαση στην Ελλάδα.
Την κατάσταση έσωσε ο φιλέλληνας υπουργός Εξωτερικών Γλάδστων και οι πρεσβευτές της Ρωσίας και των ΗΠΑ, που υποστήριξαν τις ενέργειες της ελληνικής κυβέρνησης. Τελικά, η Ελλάδα υποχρεώθηκε να εκφράσει τη λύπη της στις κυβερνήσεις της Αγγλίας και της Ιταλίας και να καταβάλει σε καθεμία από τις οικογένειες των θυμάτων το ποσό των 22.000 λιρών.