Αναλυτικά τα όσα έγραψε στο Documentonews.gr και στη σελίδα του στο facebook:
«Στη δημοσιογραφία συνηθίζουμε να λέμε πως όταν φτάνεις να κάνει ρεπορτάζ για τον εαυτό σου, η κατάσταση είναι προβληματική. Είναι η δεύτερη φορά που αναγκάζομαι να κάνω “ρεπορτάζ” για τον εαυτό μου και είναι (όπως και η πρώτη) αποτέλεσμα πίεσης και πεποίθησης πως είναι ο μοναδικός τρόπος προστασίας μου.
Την προηγούμενη φορά, πριν 9 χρόνια, μια άγνωστη γυναίκα με συνάντησε για να με ενημερώσει πως ανήκε σε μια ομάδα με αρχηγό υπάλληλο της ΕΥΠ, που είχε στόχο να με εξοντώσει αρχικώς ηθικά και στη συνέχεια βιολογικά. Σύμφωνα με την “πηγή” του ασυνήθιστου ρεπορτάζ, επρόκειτο για άτομα που είχαν εισβάλει στο σπίτι μου, ενώ πριν από αυτό, διοχέτευσαν στον Τύπο πλαστές αποδείξεις με τις οποίες με εμφάνιζαν μισθοδοτούμενο από την ΕΥΠ. Η ομάδα αυτή βρέθηκε από τη δημοσιογραφική έρευνα, οδηγήθηκε στην Εισαγγελία και καταδικάστηκε πρόσφατα σε δύο χρόνια φυλακή για την υπόθεση με τις αποδείξεις. Τα έγραψα αυτά, ίσως γιατί έχω ανάγκη να πιστεύω σε μια εξίσου καλή έκβαση της νέας περιπέτειας. Είναι αρχή μου να δημοσιοποιώ πράγματα που αξιολογώ ως επικίνδυνα, θεωρώντας πως η πιο ισχυρή προστασία είναι ο πολίτης που γνωρίζει. Δυστυχώς τραγικό φόντο σε όλα αυτά είναι η δολοφονία ενός δημοσιογράφου πριν μερικές μέρες.
Ας ξεκινήσουμε με τα πραγματικά γεγονότα.
Το απόγευμα της 6ης Απριλίου του 2021, με επισκέφθηκε στα γραφεία του Documento, κάποιος κύριος ο οποίος θέλησε να με ενημερώσει για έναν κίνδυνο που διέτρεχα. Δέχθηκα να μιλήσουμε, παρουσία του συναδέλφου Βαγγέλη Τριάντη. Στη συνάντησή μας που διήρκησε μία ώρα και τρία λεπτά, μας είπε πως ο Μένιος Φουρθιώτης, για τον οποίο μόλις είχαμε κάνει σοβαρές αποκαλύψεις στην εφημερίδα, αναζητούσε στην "πιάτσα" κάποιον, για να εκτελέσει συμβόλαιο γι αυτόν. Το συμβόλαιο προέβλεπε να πυροβολήσει το σπίτι του Φουρθιώτη προκειμένου να δείξει ότι κινδυνεύει, αλλά και να χτυπήσει εμένα και έναν ακόμη δημοσιογράφο του οποίου δεν θυμόταν το όνομα. Για το λόγο αυτό απευθύνθηκε σε κάποιον τύπο της νύχτας με το ψευδώνυμο "Ταρίφας", ο οποίος αρχικώς έδειξε απρόθυμος.
Οι πληροφορίες που μας δόθηκαν δε μπορούσαν να αξιολογηθούν και έτσι μείναμε στην καταγραφή τους. Ωστόσο, ο Βαγγέλης Τριάντης, σε επικοινωνία που είχε για άλλα θέματα με την Προϊσταμένη της Εισαγγελίας Αθηνών, Σωτηρία Γεωργακοπούλου, την ενημέρωσε για τις πληροφορίες που είχαμε δεχθεί. Ήταν ξεκάθαρο πως δε μπορούσε να γίνει οποιαδήποτε νομική αξιοποίηση, παρά μόνο αν η πηγή μας αποφάσιζε να καταθέσει στην Εισαγγελία. Εκτός από την άτυπη ενημέρωση προς την Προϊσταμένη της Εισαγγελίας, θεώρησα πως καλό ήταν να ενημερώσω τους δικηγόρους μου και δύο ακόμη συναδέλφους εκτός του Βαγγέλη Τριάντη.
Το βράδυ της 17 Απριλίου, ένας κουκουλοφόρος, γάζωσε επιδεικτικά μπροστά στις κάμερες, το σπίτι του Μένιου Φουρθιώτη. Ήταν ωστόσο προσεκτικός να μην προκαλέσει ζημιές στο σπίτι αυτό καθ αυτό, ή στα πρόσωπα που ήταν μέσα, αλλά να περιοριστεί στον… μαντρότοιχο.
Η "επίθεση" εναντίον του Φουρθιώτη μπορεί να προκάλεσε ειρωνικά σχόλια στον Τύπο και τα social media, για εμένα όμως, είχε το ρόλο της επιβεβαίωσης των πληροφοριών που δέχθηκα, κατά 50%. Αν οι πληροφορίες επιβεβαιώνονταν μερικώς με την επίθεση, είχα κάθε λόγο να φοβάμαι μήπως στο σύνολό τους ήταν αληθινές. Όλο αυτό το διάστημα προσπαθώ να είμαι ψύχραιμος και προσεκτικός και αναζητώ ενδεχόμενα στοιχεία που μπορεί να με οδηγήσουν σε ένα συμπέρασμα. Το τελευταίο πράγμα που θα επέλεγα, θα ήταν να απευθυνθώ στην Αστυνομία. Δεν πρόκειται μόνο για την Αστυνομία που αξιολόγησε ως "στόχο" το Φουρθιώτη παρέχοντάς του προστασία, αλλά πρωτίστως για την Αστυνομία, η οποία αν δεν φτάσει στους "δράστες" θα χρησιμοποιήσει όλη αυτή την ιστορία για να με εμφανίσει ως ευφάνταστο. Έχω σχετική εμπειρία, όταν το καρτέρι από πέντε άτομα στο σπίτι μου, προσπάθησε να το εμφανίσει ως απόπειρα κλοπής.
Τα ξημερώματα στις 16 Απριλίου, κάποιος άγνωστος επιχείρησε να μπει στα γραφεία του Documento, ανεβαίνοντας στον 5ο όροφο, από τη σκάλα κινδύνου. Όταν εντοπίστηκε από το Κέντρο Ελέγχου της εταιρείας Security, δεν επιχείρησε να φύγει από τη σκάλα, αλλά με ακροβατικές κινήσεις, κατέβηκε από σωλήνες, αιωρούμενος 30 μέτρα πάνω από το έδαφος.
Σήμερα το απόγευμα (23 Απριλίου) δέχθηκα τηλεφώνημα από σοβαρό άτομο, το οποίο μου είπε πως πρέπει να προσέχω, γιατί όπως το πληροφόρησε άλλο άτομο, δύο ένοπλοι που εντοπίστηκαν από την Ομάδα ΔΙΑΣ στην Εκάλη και αφού πυροβόλησαν κατάφεραν να διαφύγουν, ήταν πρόσωπα που θα εκτελούσαν συμβόλαιο εναντίον μου αλλά ματαίωσαν το σχέδιο λόγω της συμπλοκής με τους αστυνομικούς. Πρόκειται για συμβάν τα ξημερώματα της 16ης Απριλίου, μία μέρα δηλαδή πριν την “επίθεση” στο Φουρθιώτη και λίγες ώρες πριν την προσπάθεια εισβολής στο Documento. Συγκεκριμένα, αστυνομικοί της ΔΙΑΣ, είχαν εντοπίσει δύο κουκουλοφόρους πάνω σε μηχανή XT Yamaha μαύρη, στη διασταύρωση Αγίων Σαράντα και Θησέως στην Εκάλη. Όταν τους έκαναν σήμα να σταματήσουν, αυτοί τους πυροβόλησαν με καλάσνικοφ.
Αυτά είναι τα πραγματικά περιστατικά. Δεν ξέρω αν όλα αυτά πραγματικά συγκλίνουν στο πρόσωπό μου και πώς. Είμαι δημοσιογράφος και όχι αστυνομικός. Ξέρω πως πολλοί είναι αυτοί που ενοχλούνται από τη δημοσιογραφία μου. Μπορεί να μην κινδυνεύω, αλλά δεν είναι δυνατόν να μη φοβάμαι. Οι μόνοι που δεν φοβούνται είναι οι βλάκες. Έμαθα πολλά χρόνια να ζω με το φόβο και να το διαχειρίζομαι. Δεν του επιτρέπω να με χειρίζεται.
Γνωρίζω, όπως και η πλειοψηφία των Ελλήνων, πως ζούμε σε ένα κράτος διεφθαρμένο, το οποίο δεν μπορείς να εμπιστεύεσαι. Μόλις την προηγούμενη βδομάδα, είχαμε πρωτοσέλιδο στο Documento τη μαφία που συνθέτουν επίορκοι αστυνομικοί και εκτελεστές. Το δρόμο που συνδέει τους υπονόμους του εγκλήματος με τα ρετιρέ της εξουσίας.
Δεν περιμένω τίποτα από την Αστυνομία, αν και της ανήκει πλήρως η ευθύνη για ό,τι συμβεί σε εμένα, την οικογένεια ή τους εκατό εργαζόμενους στο Documento, που δεν δίνουν μάχη για το μεροκάματο αλλά μάχη κατά της διαφθοράς. Ξέρουμε πως μοναδική ουσιαστική δύναμη και προστασίας μας είναι ο κόσμος, ανεξάρτητα από πολιτικές πεποιθήσεις, που θέλει να ζει σε ένα δημοκρατικό κράτος που δεν έχει δεσμούς με το παρακράτος».